κεφαλοχορδωτά

κεφαλοχορδωτά
Υποφύλο του φύλου των χορδωτών· είναι γνωστά και με την ονομασία λεπτοκάρδιοι. Στα κ. ανήκουν οργανισμοί που μοιάζουν με μικρά ψάρια, οι οποίοι όμως δεν έχουν σκελετό, αλλά χαρακτηρίζονται από την παρουσία μιας ραχιαίας χορδής –τη νωτοχορδή–, που εκτείνεται από το κεφάλι έως το ουραίο άκρο του σώματος. Τα κ. περιλαμβάνουν μόνο δύο γένη: το βραγχιόστομα (Branchiostoma) με 23 είδη, τα οποία είναι ευρέως γνωστά με την ονομασία αμφίοξος, και το ασύμμετρον (Asymmetron) με 6 είδη. Είναι βενθικοί οργανισμοί, που συναντώνται στις θάλασσες όλου του κόσμου· ζουν μισοβυθισμένοι στην άμμο, με το κεφάλι να προεξέχει, ενώ τρέφονται φιλτράροντας το νερό μέσω του φάρυγγά τους. Η σημασία των κ. συνίσταται στο ότι περιλαμβάνονται στα πιο πρωτόγονα χορδωτά· επιπλέον, ο αμφίοξος χρησιμοποιείται ως τροφή από τους Κινέζους καθώς και ως οργανισμός-δείκτης για το πρότυπο των ωκεάνιων ρευμάτων, από τα οποία εξαρτάται η κατανομή τους.
* * *
τα
ζωολ. υποσυνομοταξία τού φύλου τών χορδωτών.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. cephalochordata < cephalo- (πρβλ. κεφαλ[ο]-*) + -chordata (πρβλ. χορδωτός].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • λεπτοκάρδια — Κεφαλοχορδωτά ζώα με λογχοειδές, επίμηκες σώμα, μήκους 5 10 εκ., σφυκτικές αγγειώδεις διακλαδώσεις και άχρωμο αίμα. Το κεντρικό νευρικό σύστημά τους προέρχεται από μια χορδή που εκτείνεται σε ολόκληρο το σώμα τους και βρίσκεται ψηλότερα από τη… …   Dictionary of Greek

  • αμφιοξύς — ή αμφίοξος, ο Ζωολ. με την ονομασία αυτή είναι γνωστοί οι αντιπρόσωποι τής υποσυνομοταξίας Κεφαλοχορδωτά ή Ακράνια* (30 είδη περίπου), που ζουν στις τροπικές, υποτροπικές και εύκρατες θάλασσες. Τα Κεφαλοχορδωτά μαζί με την υποσυνομοταξία τών… …   Dictionary of Greek

  • προχορδωτά — Ομάδα χορδωτών ζώων χωρίς κρανίο, στην οποία ανήκουν τα ουροχορδωτά ή χιτονόζωα, καθώς και τα κεφαλοχορδωτά. Τα π. είναι ζώα αμφιπλευροσυμμετρικά και θαλασσόβια. Το κεντρικό νευρικό τους σύστημα είναι τοποθετημένο στο νότιο τμήμα της νωτιαίας… …   Dictionary of Greek

  • χορδωτά — Τύπος μεταζώων με αμφίπλευρη συμμετρία, το σώμα των οποίων διασχίζεται ολόκληρο ή κατά ένα μέρος –σε όλη τη ζωή τους ή μόνο στην εμβρυϊκή και νεανική περίοδο– από 3 αξονικά όργανα, που ακολουθούν πορεία από τη ράχη προς την κοιλιά και είναι: ο… …   Dictionary of Greek

  • εξέλιξης, θεωρία της- — Θεωρία κατά την οποία όλα τα αντικείμενα του σύμπαντος έχουν υποστεί, με την πάροδο του χρόνου, μεταμορφώσεις σύμφωνα με μια φυσική διαδικασία εξέλιξης που τα οδήγησε βαθμιαία από μια αρχέγονη, ομοιογενή και αδιαφοροποίητη κατάσταση, σε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”